Όπως οι περισσότεροι από εμάς, που μόλις ακούσουν τη λέξη Κλυταιμνήστρα σκέφτονται έναν φόνο εκδίκησης, έτσι κι εγώ αναζήτησα να μεταφέρω σε ένα δικό μου μυθιστόρημα την ανάπτυξη του χαρακτήρα μιας γυναίκας που, για συγκεκριμένους λόγους, αποφασίζει να δολοφονήσει τον άνδρα της.
Μα πολύ σύντομα κατανόησα πως η μεγάλη στιγμή της Κλυταιμνήστρας, αυτή που την τοποθετεί στη θέση που κατέχει μέσα στο πάνθεο των τραγικών ηρωίδων, δεν μπορεί να είναι ο φόνος που διέπραξε, αλλά η δολοφονία της από τον ίδιο της τον γιο. Μια μάνα την ώρα που βλέπει το ίδιο της το παιδί να τη σκοτώνει -αυτή ήταν η Κλυταιμνήστρα που εγώ ήθελα να αναπλάσω.
Αλλά τότε δίπλα της ήρθε και στάθηκε αυτός ο γιος -ο Ορέστης. Και η μεγάλη στιγμή ενός άνδρα που δολοφονεί την ίδια τη μάνα του.
Οπότε το μυθιστόρημά μου απέκτησε δυο κεντρικούς φορείς ιδεών και δυο μεγάλες πηγές παθών. Μια όμως άποψη˙ μια καταγγελία. Την καταδίκη της φυλετικής υφής του άρχειν.
|