Στο παιχνίδι της εξουσίας
Τάκης Μενδράκος, Η Κυριακάτικη Αυγή, 31/12/2000
Είναι γεγονός ότι μόνη της η τυπική ειδολογική κατάταξη ενός λογοτεχνικού κειμένου δεν βοηθάει τον αναγνώστη να προχωρήσει στις επιλογές του. Η αμηχανία του γίνεται πιο αισθητή μπροστά στο μυθιστόρημα –είδος που συγκεντρώνει το ενδιαφέρον ενός ευρύτερου κοινού-και είναι αναγκαίο ένα δεύτερο σημείο αναγνώρισης, πριν ακόμα προχωρήσει στην a priori αποδοχή ή απόρριψη. Ίσως κάτι τέτοιο να επιβάλει, ως πρώτο βήμα προσέγγισης, τη διαβεβαίωση ότι το πρόσφατο βιβλίο του Μάνου Κοντολέων Ιστορία ευνούχου είναι ένα ερωτικό, ψυχογραφικό αλλά και πολιτικό μυθιστόρημα, με αποδέκτες αναγνώστες μεγάλης ηλικιακής γκάμας.
Ο συγγραφέας, από τους πιο γόνιμους της γενιάς του, δεν εθήτευσε ματαίως στη λογοτεχνία για παιδιά και εφήβους. Το αποτέλεσμα αυτής της θητείας εύκολα εντοπίζει κανείς , όχι μόνο στις λεπτότατες και διεισδυτικές παρατηρήσεις σε θέματα εφηβείας, αλλά κυρίως, στη μυητική δύναμη του πεζογράφου. Όμως ας επιστρέψουμε στο βιβλίο.
Για να μη στερηθεί ο αναγνώστης το θέλγητρο του μύθου, ας αναφερθεί μόνο ότι πρόκειται για την ιστορία ενός αγοριού που βιάζεται σε μικρή ηλικία, αργότερα ευνουχίζεται και, για να αντιμετωπίσει το τραύμα στέρησης της ανδρικής του ταυτότητας, καταφεύγει στο κυνήγι κατάκτησης της εξουσίας.
Πέρα από την όποια ευρηματικότητα του μύθου, ιδιαίτερο ενδιαφέρον προκαλούν οι βασικοί άξονες της συγκεκριμένης αφηγηματικής διαδικασίας. Ο συγγραφέας σε βυθίζει σε ένα εξωτισμό χωρίς σταθερό περίγραμμα. Μέσα σ΄ αυτήν την αχλύ τα τοπωνύμια χάνονται και τη θέση τους παίρνουν Η Χώρα του Μεγάλου Ποταμού, το Χαμένο Βασίλειο, η Ξεχασμένη Χώρα, ενώ τα πρόσωπα κινούνται ως Κραταιός Αφέντης, Πρώτος Αξιωματικός, Σεβάσμιος Γέροντας και πολλά άλλα. Εξαίρεση αποτελούν οι δυο κεντρικοί ήρωες του έργου, η Αρχόντισσα Ονορίνα και ο ευνούχος Έλενος, των οποίων η προσέγγιση θα προκαλέσει τον σπινθήρα των παθών και την κραυγή της υπαρξιακής αγωνίας.
Με την αοριστία του χώρου, του χρόνου και της τυπικής ανωνυμίας των προσώπων, το φόντο της αφήγησης, εκτός από την εμπρεσιονιστική του χροιά, αποκτά το κατάλληλο εκείνο βάθος που θα δεχτεί φιλόξενα τις ιδεολογικές παραμέτρους της ιστορίας. Μπορεί οι τραυματικές εμπειρίες του ευνούχου Έλενου να βρίσκουν διέξοδο στο κυνήγι της δύναμης, όχι όμως και την επούλωσή τους.
Το παιχνίδι της εξουσίας, πέρα από τους κινδύνους που εγκυμονεί, δεν συνεπάγεται μόνο υπεροψίαν και μέθην. Με την κατάργηση κάθε συναισθηματικού και συγκινησιακού παλμού οδηγεί μοιραία τον παίχτη σε μια ανείπωτη μοναξιά. Πολύ περισσότερο όταν τον βαραίνει ένας ευνουχισμός.
Κι εδώ γεννιέται το ερώτημα: άραγε η βάναυση αυτή πράξη έχει τη δύναμη να καταργήσει ή, έστω, να αναστείλει το ερωτικό πάθος; Είναι ικανή να μεταβάλλει μια από τη φύση της παλλόμενη ύπαρξη σε απαθή σαρκική μάζα; Ο συγγραφέας είναι κατηγορηματικός: Και μόνον η μνήμη των αισθήσεων θα ήταν αρκετή για να συντηρήσει τα υπόγεια εκείνα ρεύματα –τα ξεστρατισμένα χρόνια ολόκληρα- και να τα επαναφέρει στη φυσική τους κοίτη. Η μνήμη που αντιμάχεται πάντοτε την απώλεια.
Ο Μάνος Κοντολέων με μια γραφή αβρή και παράλληλα ζωντανή, χρησιμοποιεί, ακόμη μια φορά, τη μυητική του δεξιοτεχνία, για να καταδείξει, ιδιαίτερα στον κόσμο των εφήβων, την εντελώς ιδιόρρυθμη ψυχογραφία ενός ευνούχου, αλλά και κάτι ακόμα πιο σημαντικό: ότι ο έρωτας δεν είναι μόνο ο οργασμός. Σ΄ αυτό το μυστήριο μπορεί η τελετουργία να φτάσει στην κορύφωσή της και με ένα απλό χάδι στα μαλλιά ή μ΄ ένα βλέμμα βαθύ, κυρίως μ’ αυτό. |